Ο καπνός έκανε την εμφάνισή του στην Οθωμανική αυτοκρατορία στα τέλη του 16ου αιώνα.
Ενα αιώνα αργότερα, γύρω στο 1700, νομιμοποιήθηκε η καλλιέργειά του και φορολογήθηκε η εμπορία του. Το 1867 δόθηκε στους υπόδουλους Ελληνες το δικαίωμα κυριότητας στη γη.
Η ιδιοκτησία έγινε μοχλός ανάπτυξης του ελληνικού στοιχείου.
Τα εύφορα παράλια της Μ. Ασίας και οι κοιλάδες κατά μήκος των ποταμών, κατά το διάστημα 1885-1910, εποικίζονται από Ελληνες μετανάστες από την Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου. Διατηρώντας την παράδοση των προγόνων τους γίνονται αγρότες και ναυτικοί.
Με τη σταδιακή, ήδη από το 1750, σταθεροποίηση των νέων ποικιλιών καπνού που δημιουργήθηκαν, αρχίζει στα παράλια της Μ. Ασίας και της Μαύρης Θάλασας η συστηματική καπνοπαραγωγή και πολλοί Ελληνες ασχολούνται με την καπνοκαλλιέργεια.
Η παραγωγή κάλυπτε αρχικά τις εγχώριες ανάγκες. Η εκλεκτή όμως ποιότητα καπνών που καλλιεργούνταν στη Βόρεια Μακεδονία και ιδιαίτερα στις περιοχές Καβάλας και Ξάνθης (Γενιτζέ) ξεπέρασε ία σύνορα και σύντομα έγινε γνωστή στην Ευρώπη και την Εγγύς και Μέση Ανατολή. Η ανάγκη τακτικής μεταφοράς των καπνών εκτός του τόπου παραγωγής και οι εξαγωγές προς άλλες χώρες, δημιούργησαν την τάξη των καπνεμπόρων.
Είναι η εποχή που οι Ελληνες διασκορπισμένοι σ’ όλα τα σημεία της αχανούς αυτοκρατορίας (Ανατολική Θράκη, Αλβανία, Σερβία, Βουλγαρία, Κωνσταντινούπολη, παράλια Μ. Ασίας και Μαύρης Θάλασσας) επιδίδονται με επιτυχία στο καπνεμπόριο και ένα νέο επάγγελμα δημιουργείται: το επάγγελμα του καπνά «τουτουντζή». Εβραίοι, Τούρκοι, Αρμένιοι, Ευρωπαίοι, αλλά κυρίως Ελληνες επιδόθηκαν με ιδιαίτερο ζήλο σ’ αυτό.
Από το 1821 συναντάμε στην Κωνσταντινούπολη τον καπνεμπορικό οίκο Μουράτη και Σία, λησμονημένο «πρόγονο» των σύγχρονων Murarri Ambassador. Στα μέσα του 19ου αιώνα όταν το καπνεμπόριο συστηματοποιείται αρκετοί καπνέμποροι αποφασίζουν -πέραν του εμπορίου των φύλλων- να δημιουργήσουν «βιομηχανικές» μονάδες επεξεργασίας καπνού κατά μήκος των παραλίων της Μ. Ασίας και της Μαύρης Θάλασσας, και στην Ανατολική Θράκη. Τότε δημιουργούνται τα πρώτα ελληνικά εργοστάσια κοπής φύλλων και κατασκευής χειροποίητων τσιγάρων.
Οι μεγαλύτερες καπνεμπορικές επιχειρήσεις ανήκαν σε Ελληνες. Τα διεθνή λιμάνια της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης, καθώς οι χερσαίες συγκοινωνίες υστερούν, διευκολύνουν τις εξαγωγές. Ενα κραταιό διεθνές εμπόριο τόσο φύλλων καπνού όσο και χειροποίητων ανατολικών τσιγάρων ανδρώνεται υπό την καθοδήγηση των Ελλήνων καπνεμπόρων που με αξιοθαύμαστη δραστηριότητα αναπτύσσουν σχέσεις με υποψηφίους πελάτες, ανοίγουν γραφεία πώλησης καπνών, αποθηκευτικά κέντρα και εργοστάσια παραγωγής τσιγάρων σε πόλεις του εξωτερικού από την Β. Ευρώπη ώς την Αυστραλία. Με πυρήνα τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο της εποχής η εξάπλωσή τους υπήρξε εντυπωσιακή.
Αίγυπτος
Μετά το 1883 με την επιβολή του οθωμανικού μονοπωλίου καπνού τα επιχειρηματικά δεδομένα αλλάζουν και πολλοί Ελληνες καπνάδες αναγκάζονται ν’ αναζητήσουν λύσεις στη γειτονική Αίγυπτο, όπου επιδίδονται στη βιομηχανία κατασκευής τσιγάρων, κάνοντας εισαγωγές καπνών από την Τουρκία, τη Βουλγαρία, την Παλαιά Ελλάδα, τις υπόδουλες περιοχές της Μακεδονίας και τη Ρωσία. Πολυάριθμα μικρά ελληνικά καπνεργοστάσια γνωρίζουν ημέρες δόξας και κάνουν γνωστά σε όλο τον κόσμο τα «αιγυπτιακά τσιγάρα», που έλκουν το... αιγυπτιακό τους επίθετο μόνον από τον τόπο κατασκευής τους, δοθέντος ότι η καπνοκαλλιέργεια ήταν απαγορευμένη στην Αίγυπτο και η καπνοβιομηχανία της ανύπαρκτη.
Χειροποίητα τσιγάρα γεμισμένα με ανατολικά καπνά και μάλιστα με την ξανθιώτικη ποικιλία των «μπασμάδων Ξάνθης» που πολλές φορές πουλιόνταν στο διπλάσιο της τιμής των υπολοίπων ποικιλιών, εξάγονταν στα πέρατα της γης σαν εχέγγυο ύψιστης ποιότητας και άφθαστης απόλαυσης. Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, ελληνικά ονόματα με λατινικούς χαρακτήρες, πάνω σε πανέμορφα λιθογραφημένα με ανατολίτικες παραστάσεις τσίγκινα κουτιά, υπογράφουν τα πακέτα των «Αιγυπτιακών τσιγάρων». Dimitrino, Chelmis, Gianaclis, Cortessis, Vafiadis, Kyriazis...
Τέλος του 19ου αρχές του 20ού αιώνα, όταν η ζήτηση των ανατολικών καπνών και των «αιγυπτιακών τσιγάρων» αυξάνει παγκοσμίως, τα ελληνικά καπνεργοστάσια πληθαίνουν στο εξωτερικό. Κάποια από αυτά είναι θυγατρικά μεγάλων καπνοβιομηχανιών, άλλα δημιουργούνται από Ελληνες καπνέμπορους που έχουν αναπτύξει εμπορικές σχέσεις μ’ αγοραστές στο εξωτερικό και αποφασίζουν να επεκτείνουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και στην κατασκευή τύπου «αιγυπτιακών τσιγάρων».
Ελληνες γεωργοί καλλιεργούν τις υπό τουρκική κατοχή -γι’ αυτό και τα καπνά γίνονται γνωστά σαν τουρκικά- καπνοπαραγωγικές περιφέρειες, Ελληνες καπνέμποροι διακινούν και Ελληνες καπνέργοστασιάρχες κατασκευάζουν τσιγάρα που βρίσκονται στα χέρια αλλόθρησκων και αλλόγλωσσων ανθρώπων σ’ όλες τις γωνιές της γης, υποσχόμενα στιγμές καπνιστικής τέρψης.
«...Τα τσιγάρα με τις επιχρυσωμένες άκρες, ελληνικής ή τουρκικής κατασκευής, είναι η ανάμνηση των οικογενειακών γευμάτων της παιδικής μας ηλικίας», γράφει ο J. J. Brochier1.
Με τι ανυπομονησία περιμέναμε τα χαρτονένια κουτιά απαλού καπνού, τυλιγμένου σε χαρτί ροζ ανοιχτό ή πράσινο αμύγδαλου ή κίτρινο του άχυρου, πλακέ σας παρακαλώ, που οι γονείς μας είχαν αγοράσει στην Ελβετία αμέσως μετά τον πόλεμο, μαζί με τη σοκολάτα και το Νεσκαφέ, και τα οποία κρατούσαν κλειδωμένα και δεν τα έβγαζαν παρά μόνο σε σπουδαίες περιστάσεις...»
Αμερική
Στην Αμερική καταφθάνουν Ελληνες μετανάστες από την Αίγυπτο, την Καβάλα, την Κωνσταντινούπολη, την Αγγλία. Είναι ειδικευμένοι τεχνίτες, που έχουν διατελέσει «χαρμαντζήδες», σιγαροποιοί, έμποροι, καπνεργοστασιάρχες. Το 1869 στο Τσάρλεστον της Ν. Καρολίνας ο I. Σαγιάς κατασκευάζει τσιγάρα. Οι Ελληνες υπήρξαν οι πρώτοι κατασκευαστές «αιγυπτιακών τσιγάρων» και συστηματικοί εισαγωγείς ανατολικών καπνών στην Αμερική.
Από τους μεγαλύτερους καπνεργοστασιάρχες στην Αμερική υπήρξε ο Σωτ. Ανάργυρος. Μέρος της κολοσσιαίας περιουσίας του, το διέθεσε στην πατρίδα του. Ανέγειρε στην ιδιαίτερη πατρίδα του τις Σπέτσες το ξενοδοχείο «Ποσιδώνειο» -τόπος συνάντησης και παραθερισμού της τότε κοσμικής Αθήνας- και την «Αναργύρειο και Κοργιαλένειον Σχολήν των Σπετσών», δώρισε τις παραμονές των βαλκανικών δύο πολεμικά αεροπλάνα στη χώρα, συνέδραμε αναπήρους πολέμου και πρόσφυγες.
Στη Ν. Αμερική έδρασαν οι Α. Ωνάσης, Κονιαλίδης, Ξούδης... Από το 1863 ο Δ. Μακρόπουλος διατηρεί στη Μάλτα καπνοβιομηχανικό οίκο και δημιουργεί' υποκαταστήματα στην Καλκούτα, Ν. Δελχί, Ραγγούν, Χονγκ Κονγκ, Σαγκάι και άλλα μέρη της Ασίας. Στο Κολόμπο της Κεϋλάνης ο X. Ηλιόπουλος, στο Αδδεν ο Κ. Βαρκάδος, στο Κέιπ Τάουν ο Θ. Παξινός, στην Ταγκανίκα ο Ε. Αναγνωστόπουλος.
Στην Ευρώπη
Το 1868 ο Κ. Κολόμβος δημιουργεί στη Μάλτα μικρή βιοτεχνία καπνού που εξελίσσεται σε σπουδαία καπνοβιομηχανία με παραγωγή και εξαγωγές 130 (!) σημάτων. Πριν το 1885 ο Παν. Θεοφάνης έχει ιδρύσει καπνεργοστάσιο στη Μάλτα και αργότερα στο Λονδίνο. Ο Α. Γ. Κουζής ξεκινά τις εργασίες της εταιρίας του το 1861 στην Καβάλα, το 1878 εγκαινιάζει εργοστάσιο στο Κάιρο και το 1887 εγκαθίσταται στη Μάλτα.
Τον τίτλο του πρώτου καπνέμπορου στην Αγγλία, τον διεκδικεί ο Ν. Κοντόπουλος που το 1857 ίδρυσε το πρώτο καπνοπωλείο στο Λονδίνο. Ακολούθησαν οι Π. Θεοφάνης, Κ. Κωνσταντινίδης, Οικονομίδης, Χαλκιάδης κ.ά., που ίδρυσαν καπνεργοστάσια.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, η Δρέσδη στη Γερμανία γίνεται διεθνές κέντρο διακινήσεως καπνών. Πρώτος καπνέμπορος που μνημονεύεται είναι ο γαμπρός του μεγάλου καπνέμπορου της Κωνσταντινούπολης Μουράτη (Μουράτογλου), Κυπριανός Εμφιετζόγλου. Στη Βόννη, στο Μόναχο, στο Βερολίνο, στο Αμβούργο, στο Ανόβερο, ιδρύονται μεγάλα ελληνικά καπνεργοστάσια που κατασκευάζουν ανατολικά τσιγάρα.
Στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στη Φινλανδία, στη Σουηδία, στη Δανία, στην Ιταλία, στην Ελβετία αλλά και στη Ρωσία, Εσθονία και Λεττονία, το ελληνικό στοιχείο αναπτύσσει την ίδια αξιόλογη δραστηριότητα.
Τα τσιγάρα με ανατολικά καπνά ήταν περιζήτητα μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η ηγεμονία τους επλήγη ανεπανόρθωτα από την παγκόσμια εξάπλωση των αμερικανικών καπνών Βιρτζίνια. Σιγά σιγά, οι ανά τον κόσμο ελληνικές επιχειρήσεις συρρικνώνονται, σταματούν τη λειτουργία τους, ή εξαγοράζονται από μεγάλες ξένες εταιρίες.
Πολλοί γνώριμοι στη μεταπολεμική και σύγχρονη γενιά, εκλατινισμένοι λογότυποι ελληνικών ονομάτων πάνω στα πακέτα τσιγάρων Mourrati, Constantin, Dimitrino, Rameses, μόνο στους επαΐοντες θυμίζουν τους Ελληνες θεμελιωτές των κολοσσιαίων επιχειρήσεων που τα δημιούργησαν: Μουράτογλου, Κωνσταντίνου, Δημιτρίνο ή Στεφάνου.
Σημειώσεις:
1. Jean-Jacques Brochier «Je fume et alors;» (Καπνίζω καί λοιπόν;) εκδ. «Les Belles Lettres», Παρίσι 1990.
ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΗ
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΣΙΓΑΡΟ
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 16 ΝΟΕ 1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου