*της Αγγελικής Καρδαρά.
Η υπόθεση Σεχίδη έχει χαρακτηριστεί ως μια από τις πιο αποτρόπαιες μορφές ακραίας εγκληματικότητας στα αστυνομικά χρονικά.
Οι πέντε δολοφονίες που διέπραξε ο 24χρονος τότε φοιτητής της Νομικής, Θεόφιλος Σεχίδης, με ειδεχθή μάλιστα τρόπο και σε διάστημα μικρότερο του ενός 24ώρου, προκάλεσαν σοκ στην ελληνική κοινωνία και αναλύθηκαν μέσα από πολυάριθμα ρεπορτάζ από τον δημοσιογραφικό κόσμο. Ταυτόχρονα άνοιξαν μια νέα σελίδα στην έρευνα της εγκληματικής συμπεριφοράς στην Ελλάδα.
Ο Τύπος της εποχής έκανε αναφορά στο «έγκλημα του αιώνα». Τόσο ο ειδεχθής τρόπος με τον οποίο ο Σεχίδης διέπραξε τα εγκλήματά του, όσο και το γεγονός ότι η εγκληματική του δράση στόχευε σε μέλη της ίδιας του της οικογένειας, ήταν τα στοιχεία εκείνα που άφησαν κυριολεκτικά άφωνη την ελληνική κοινωνία και απασχόλησαν με εκτενή ρεπορτάζ τα μίντια.
Τα πέντε θύματα: από αριστερά, ο Δημήτρης Σεχίδης, η Μαρία Σεχίδη, η Έμμυ (Ερμιόνη) Σεχίδη, η Ερμιόνη Καλαμάρα και ο Βασίλης Σεχίδης |
Ο Σεχίδης εντάσσεται στην εγκληματολογική κατηγορία των «μαζικών δολοφόνων», δεδομένου ότι σκότωσε στο ίδιο μέρος και εντός 24 ωρών πέντε άτομα, τα οποία μάλιστα ήταν συγγενικά του πρόσωπα. Αυτό, ωστόσο, που θέλω να επισημάνω με το άρθρο μου είναι ότι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκε η υπόθεση από τον Τύπο της εποχής προκαλεί αρκετά ερωτηματικά ως προς το εάν οι δημοσιογράφοι κάλυψαν την υπόθεση επαρκώς, δίνοντας απαντήσεις σε ουσιαστικά ζητήματα, ή απλώς έφτιαξαν μια εικόνα που περισσότερο ταίριαζε σε ταινία θρίλερ.
Οι τίτλοι που χρησιμοποιήθηκαν από τον Τύπο εκείνη την περίοδο ήταν πολύ έντονοι –βαρύγδουποι- και, αναμφίβολα, εξακολουθούν μέχρι σήμερα να προκαλούν ανατριχίλα στον αναγνώστη. Όσον αφορά το προφίλ του Σεχίδη, η έμφαση δόθηκε στην «φρικιαστική» εικόνα του, που προκαλεί σοκ και δέος.
Δεν τέθηκε το καίριο ερώτημα εάν με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή και ενημέρωση της οικογένειας, η οποία από ντροπή για το «κοινωνικό στίγμα» δεν αποδεχόταν το πρόβλημα και προσπαθούσε να το κρύψει, θα μπορούσαν να αποτραπούν τα εγκλήματα.
Στις 11-8-1996 διαβάζουμε Σφαγέας χωρίς μετάνοια: Συγκλονισμένη η Κοινή Γνώμη από το αγριότερο έγκλημα όλων των εποχών. Στο ίδιο «μήκος κύματος» κινούνται όλοι οι τίτλοι, οι οποίοι επέλεξαν «σκληρή» γλώσσα, όπως «αμόκ αίματος» και το «έγκλημα του αιώνα».
Χρησιμοποιήθηκαν επίσης συγκεκριμένοι χαρακτηρισμοί που αναπαρήγαγαν κοινωνικά στερεότυπα και συσχέτισαν a priori την ψυχασθένεια με το έγκλημα. Το Σάββατο, 10 Αυγούστου 1996, διαβάζουμε στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος: «Παρανοϊκά ψύχραιμος. Διαβολικά έξυπνος. Με τάσεις κανιβαλισμού: Ο γιος του Φράνκεσταϊν».
Την Κυριακή, 11 Αυγούστου 1996, διαβάζουμε στην εφημερίδα Απογευματινή της Κυριακής: «ΝΕΕΣ ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΣΤΙΚΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΝΤΑΠΛΗ ΣΦΑΓΗ: Ο κανίβαλος τους τεμάχιζε… ακούγοντας Τσαϊκόφσκι».
Η προσωπική μου, εκτεταμένη έρευνα σε ανάλυση δημοσιευμάτων για την υπόθεση Σεχίδη, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Σεχίδης χαρακτηρίστηκε από μεγάλο αριθμό δημοσιευμάτων: «σαλεμένος», «παράφρων», «Χάνιμπαλ Λέκτερ», ενώ έμφαση δόθηκε στο ότι άκουγε κλασική μουσική…
Εκτενείς αναφορές έγιναν και στα εξωτερικά χαρακτηριστικά του, στιγματίζοντας με αυτό τον τρόπο άτομα που δεν ανταποκρίνονται στα «πρότυπα ομορφιάς». Διαβάζουμε χαρακτηριστικά σε δημοσίευμα: «Με την α λα Τσαρλς Μάνσον φάτσα του, τα παγωμένα του χαμόγελα σε άσχετες στιγμές και τις παρανοϊκές του ατάκες, ο Σεχίδης έδινε μια τέλεια εικόνα ψυχοπαθούς. Πάντως οι γιατροί που τον εξέτασαν, απεφάνθησαν ότι δεν ήταν παράφρων, απλά ψυχικά άρρωστος. Η φιγούρα του ωστόσο, ενέπνευσε τον τρόμο σε όλους όσοι τον γνώρισαν ή τον είδα να κοιτά με «εκείνο» το βλέμμα τις τηλεοπτικές κάμερες. Αρχές του τρέχοντος έτους απειλούσε να αιματοκυλήσει τον Κορυδαλλό στον οποίο κρατείται. Βάσει του πρότερου funky βίου του, οι υπεύθυνοι των φυλακών συμπέραναν ότι δεν έκανε πλάκα».
Η δίκη διεξήχθη στις 20 Ιουνίου 1997 στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Δράμας, με αυτεπαγγέλτως διορισθέντα συνήγορο υπεράσπισης, διότι ο κατηγορούμενος δεν θέλησε να διορίσει ο ίδιος συνήγορο. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο ίδιος δήλωσε κατά την απολογία του πως δεν μετανιώνει για τίποτα και επανέλαβε πως ο λόγος της πράξης του ήταν το γεγονός ότι δεν του αποκάλυπταν ποια ήταν η πραγματική του μητέρα. Είναι επίσης άξιο παρατηρήσεως ότι η υπεράσπιση, από την πλευρά της, δήλωσε αδυναμία να υπερασπίσει τον κατηγορούμενο, δεδομένου ότι εκείνος αρνούνταν τη συνεργασία.
Ο Καθηγητής Εγκληματολογίας, κ.Γιάννης Πανούσης, αναλύοντας την υπόθεση Σεχίδη, εκείνη την εποχή, είχε τονίσει εμφατικά: «Στην περίπτωση αυτή, σίγουρα συναντάμε ψυχο-πάθεια. Η κοινωνιο-πάθεια όμως, μιας κλειστής οικογένειας (που ούτε καν τον ψυχοπαθή δεν διακρίνει), πότε θα μας απασχολήσει;».
Συμπερασματικά, η δημοσιογραφική κάλυψη ακραίων μορφών εγκληματικότητας είναι εξαιρετικά δύσκολη, γιατί απαιτεί ειδικές ψυχιατρικές και εγκληματολογικές γνώσεις, τις οποίες είναι φυσικό να μη διαθέτουν οι αστυνομικοί και δικαστικοί συντάκτες που δεν είναι ούτε εγκληματολόγοι, ούτε ψυχίατροι. Γι’ αυτό είναι απολύτως αναγκαίο να μελετούν εις βάθος και οι ίδιοι την υπόθεση, να ζητούν τη γνώμη των ειδικών επιστημόνων και –το κυριότερο- να μη σπεύδουν να εξαγάγουν άκριτα συμπεράσματα και να βάζουν «ταμπέλες» που στιγματίζουν άτομα ή ολόκληρες ομάδες πληθυσμού. Η αναπαραγωγή «εγκληματικών μύθων» και κοινωνικών στερεοτύπων είναι, άλλωστε, κατακριτέα σύμφωνα με τις αρχές δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Αντίθετα, η «κοινωνιοπάθεια» πρέπει, κάποτε, να απασχολήσει σοβαρά τον δημοσιογραφικό κόσμο, όπως και το μείζον ζήτημα της πρόληψης στον τομέα της ψυχικής υγείας και στο πλαίσιο της αντεγκληματικής πολιτικής.
*Αγγελική Καρδαρά
Η Αγγελική Καρδαρά είναι Δρ.Τμήματος ΕΜΜΕ - Φιλόλογος. Διδάσκει δημοσιογραφία στο Κολλέγιο Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας (CPJ Athens/University of Wolverhampton). Συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο Αθηνών στο πλαίσιο των elearning προγραμμάτων. Από το 2013 δίνει διαλέξεις στο Τμήμα ΕΜΜΕ του Παν/μίου Αθηνών, με αντικείμενο "Εγκληματολογία & ΜΜΕ". Ασχολείται με την εγκληματολογική έρευνα και τη συγγραφή.
ΠΗΓΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ: www.postmodern.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου