Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή γη, πολύ πιο νότια από την Ελλάδα, υπήρχε ένα μικρό χελιδόνι που το έλεγαν Νεφέλη.
Η Νεφέλη γεννήθηκε σε ένα ζεστό και ηλιόλουστο μέρος της Αφρικής, όπου οι μέρες ήταν μεγάλες και οι νύχτες γεμάτες με τον ήχο των τριζονιών. Εκεί είχε μάθει να πετά, να κυνηγά μικρά έντομα και να παίζει με τα αδέρφια της κάτω από τον απέραντο γαλάζιο ουρανό.
Όμως, καθώς πλησίαζε η άνοιξη, κάτι μέσα της άρχισε να την καλεί. Ήταν μια φωνή αρχαία, χαραγμένη βαθιά μέσα της. Ήξερε πως έπρεπε να φύγει, να ταξιδέψει προς το βορρά, εκεί όπου οι πρόγονοί της πετούσαν κάθε χρόνο για να χτίσουν τις φωλιές τους και να γεννήσουν τα μικρά τους.![]() |
Μετά την έρημο, συνάντησαν τη θάλασσα. Ο ανοιχτός ωκεανός ήταν τρομακτικός, αλλά τα χελιδόνια δεν σταμάτησαν. Με τα φτερά τους ανοιγμένα στον άνεμο, πετούσαν χωρίς σταματημό, γνωρίζοντας ότι η στεριά δεν ήταν μακριά. Κάποιες φορές, ο δυνατός άνεμος τα έσπρωχνε προς τα πίσω, αλλά η Νεφέλη και οι φίλοι της συνέχιζαν να προσπαθούν.
Τελικά, μετά από εβδομάδες ταξιδιού, αντίκρισαν τη γη της Ελλάδας. Τα μάτια της Νεφέλης γέμισαν χαρά καθώς είδε τα καταπράσινα δέντρα, τα ανθισμένα λιβάδια και τα πέτρινα σπίτια με τις κόκκινες στέγες. Ήξερε ότι είχε φτάσει στον προορισμό της.
Με προσοχή, διάλεξε μια μικρή γωνιά κάτω από ένα μπαλκόνι, σε ένα όμορφο χωριό, για να χτίσει τη φωλιά της. Εκεί, μαζί με το ταίρι της, μάζεψαν μικρά κλαδάκια, λάσπη και φτερά για να φτιάξουν ένα ζεστό και ασφαλές σπίτι. Και λίγο αργότερα, η Νεφέλη γέννησε τα δικά της μικρά αυγά. Τα φύλαγε με στοργή και αγάπη, ξέροντας πως σύντομα θα εκκολαφθούν και ο κύκλος της ζωής θα συνεχιστεί.
Οι μέρες πέρασαν, και τα αυγά έσπασαν. Από μέσα τους βγήκαν μικροσκοπικά, χνουδωτά χελιδονάκια. Η Νεφέλη και το ταίρι της τα τάιζαν υπομονετικά, φέρνοντάς τους μικρά έντομα και νερό. Τα μικρά μεγάλωσαν γρήγορα, και μια μέρα άνοιξαν τα φτερά τους και πέταξαν για πρώτη φορά στον ανοιξιάτικο ουρανό.
Η Νεφέλη τα κοίταξε με περηφάνια. Ήξερε ότι, όταν θα ερχόταν το φθινόπωρο, θα έπρεπε να ξεκινήσουν όλοι μαζί το ταξίδι της επιστροφής στην Αφρική. Αλλά προς το παρόν, απολάμβανε την ομορφιά της ελληνικής άνοιξης, το κελάηδημα των πουλιών και τη ζεστή αγκαλιά της φύσης που τους καλωσόρισε μετά από τόσες περιπέτειες.
Και έτσι, κάθε χρόνο, τα χελιδόνια συνέχιζαν το αιώνιο ταξίδι τους, φέρνοντας μαζί τους την ελπίδα της άνοιξης και το θαύμα της ζωής. Η Νεφέλη ήξερε πως, όσο υπήρχαν ουρανός και φτερά, θα πετούσε πάντα προς τον τόπο που την καλούσε η καρδιά της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου