Είναι δυο κολλητές φίλες, παντρεμένες και οι δύο, και ένα βράδυ, πηγαίνουν σε μια συνάντηση παλαιών συμμαθητριών του 1ου λυκείου θηλέων.
Τελειώνει η συνάντηση κατά τις 3 το ξημέρωμα, και ξεκινούν μαζί από
τη συνάντηση για το σπίτι τους με το ίδιο αυτοκίνητο. Η Μαρία οδηγεί και
η Γιάννα είναι συνοδηγός.
Η διαδρομή περιλαμβάνει οδήγηση αρκετών
χλμ στο επαρχιακό δίκτυο. Καθώς βρίσκονται στη μέση του τμήματος της
διαδρομής εντός του επαρχιακού δικτύου, λέει η Γιάννα:
– Μαρία, επείγομαι να πάω τουαλέτα, και μάλιστα για “χοντρή” δουλειά..
– Καλά, Γιάννα ούτε συννενοημένες να ήμασταν. Κι εγώ το ίδιο θα σου έλεγα
– Τι θα κάνουμε;
–
Κοίτα, εδώ παρακάτω θυμάμαι ότι έχει ένα νεκροταφείο. Κάπου εκεί θα τη
βολέψουμε, γιατί μέσα στην ερημιά φοβάμαι, να σου πω την αλήθεια
– Ωραία, φαντάζομαι να έχεις λίγο χαρτί, κανένα χαρτομάντηλο ή τίποτα τέτοιο.
– Ωχ, δεν έχω τίποτα
– Και τι κάνουμε
– Μη φοβάσαι Γιάννα, ενώ έχω την κιλότα μου. Παλιά είναι , θα σκουπιστώ μ’αυτήν. Κάνε κι εσύ το ίδιο
–
Τι λες καλέ; Με την μεταξωτή κιλότα θα σκουπιστώ; Σήμερα έχω κανονίσει
με τον Τάσο, ξέρεις τι…. Άσε που είναι και ολοκαίνουρια.
– Θα δούμε…
Στο μεταξύ έχουν φτάσει στο νεκροταφείο. Κατεβαίνουν από το αυτοκίνητο και βλέπουν στεφάνια.
– Να Μαρία. Θα πάρω μια κορδέλα από τα στεφάνια…
Την επόμενη μέρα το πρωί συναντιέται ο Τάσος, ο άνδρας της Γιάννας, με τον Νίκο, τον άνδρα της Μαρίας.
– Τάσο, μη τα συζητάς. Η Μαρία με απατά. Χθες γύρισε χωρίς κιλότα. Σκέψου με ποιον ήταν χθες βράδυ
–
Νίκο μου άστο αυτό, δεν είναι τίποτα. Η δικιά μου που γύρισε με το
σημείωμα στον πισινό, θα μας μείνεις αξέχαστη, οι συνάδελφοί σου τί να
πω;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου