
Η Μαρίνα, μια εντυπωσιακή ξανθιά, στεκόταν στο μπαλκόνι του τρίτου ορόφου και ξαφνικά μια υστερική, τσιριχτή φωνή, που ακούστηκε σε όλη τη γειτονιά, φωνάζει τον άνδρα της: – ΑΡΗ! Άρηηηηη! Έλα γρήγορα! ΤΩΡΑ!
Ο Άρης, πετάγεται από τον καναπέ του σαλονιού νομίζοντας πως κάτι κακό έπαθε η γάτα τους ή πως μπήκε ληστής στο σπίτι.
– Τι συμβαίνει, καλή μου; Μη φωνάζεις έτσι! Τι έχεις δει, για όνομα του Θεού; ρωτάει, τρέχοντας κοντά της με κομμένη την ανάσα.
Η Μαρίνα δείχνει κάτω στο δρόμο, με το χέρι της να τρέμει: – Κοίτα! Μόλις είδα… δύο τύπους… με μαύρα μπουφάν… Να μας κλέβουν το ολοκαίνουργιο Audi! Το παίρνουν! Φεύγουν!
Ο Άρης χάνει το χρώμα του, σκύβει στο κάγκελο και βλέπει τη μαύρη λιμουζίνα του να απομακρύνεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
– Καταστροφή! Χάσαμε την περιουσία μας! Μήπως πρόλαβες να δεις τις φάτσες τους; Ή έστω τι φορούσαν; Κάποιο διακριτικό; Οτιδήποτε;
Η Μαρίνα χαμογελάει περιχαρής και με αυτοπεποίθηση:
– Όχι… αλλά μην ανησυχείς, αγάπη μου! Είμαι έξυπνη, ξέρεις! Πρόλαβα και κράτησα τον αριθμό του αυτοκινήτου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου