links

ΚΑΙΡΟΣ

ΚΕΡΑΜΙΔΙ ΒΑΛΤΟΥ Καιρός

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2015

Από που βγήκε η φράση ...

http://www.newlovetimes.com/wp-content/uploads/2015/05/question-mark.gif
Άλλος πληρώνει τη νύφη
Η φράση έχει τις ρίζες της στην Αθήνα του 1843. Τότε επρόκειτο να συγγενέψουν με γάμο δύο αρχοντικές οικογένειες: Του Γιώργη Φλαμή και του Σωτήρη Ταλιάνη.
Ο Φλαμής είχε το κορίτσι και ο Ταλιάνης το αγόρι. Ο γάμος θα γινόταν στην Αγία Ειρήνη της Πλάκας. Η ώρα του γάμου είχε φτάσει και στην εκκλησία είχαν συγκεντρωθεί ο γαμπρός, οι συγγενείς και οι φίλοι τους. Η νύφη όμως, αγαπούσε κάποιον άλλο και όχι τον νεαρό Ταλιάνη. Έτσι προτίμησε να μην πάει στον γάμο και είχε κανονίσει με τον εκλεκτό της καρδιάς της να την απαγάγει. 
Ο γαμπρός προσβεβλημένος κυνήγησε την άπιστη να την σκοτώσει, αλλά δεν το κατόρθωσε. Γυρνώντας πήγε στο σπίτι του παρ΄ ολίγο πεθερού του και του ζήτησε τα δώρα που είχε κάνει στην κόρη του. Όμως εκείνος αρνήθηκε να του τα δώσει επικαλούμενο κάποιο όρο στο προικοσύμφωνο που έλεγε πως οτιδήποτε κι αν συνέβαινε προ και μετά το γάμο μεταξύ γαμπρού και νύφης «δέ θά ξαναρχούτο τση καντοχή ουδενός οι μπλούσιες πραμάτιες καί τα τζόβαιρα όπου αντάλλαξαν οι αρρεβωνιασμένοι». Από τότε οι παλαιοί Αθηναίοι, όταν γινόταν καμιά αδικία σε βάρος κάποιου,έλεγαν ότι «άλλος πλήρωσε τη νύφη» κι έμεινε η φράση έως και σήμερα.

Έφαγε τον αγλέορα

Ο  «αγλέορας» είναι δηλητηριώδες φυτό  και όπως τα περισσότερα δηλητήρια, χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα για θεραπευτικούς σκοπούς. Η χρήση του φυτού προκαλεί έντονη δυσφορία.
Η παροιμιώδης έκφραση «έφαγε τον αγλέουρα», κατά μία άποψη προέρχεται από την συνήθεια των Βυζαντινών να κάνουν χρήση του αγλέορα για να προκαλέσουν εμετό και να ξαλαφρώσουν το στομάχι από το πολύ φαγητό.
http://33.media.tumblr.com/230e91c053a6486c56d03538ac4f3307/tumblr_mk87jmBbOW1s9pr0uo1_1280.gif
Βλάκας με περικεφαλαία
Η φράση έχει τις ρίζες της στην Γαλλία και ανήκει στον Μεγάλο Ναπολέοντα ο όποιος κάποτε είπε "Διακρίνουμε δύο τύπους στρατιωτών: τους μαχητές, που είναι έξυπνοι και δραστήριοι και τους στρατιώτες, που τους χρησιμοποιούν για τις παρελάσεις και που πρέπει να είναι βλάκες, για να μπορούν να στέκουν ώρες ολόκληρες στους δρόμους και στις πλατείες, σαν τα αγάλματα!" Στην δεύτερη περίπτωση ανήκαν στρατιώτες οι οποίοι φορούσαν θώρακα και περικεφαλαίες με ένα λοφίο με θύσσανο και που τους αποκαλούσαν "θωρακοφόρους βλάκες". Στην Ελλάδα όμως, επειδή δεν είχαμε στρατιώτες με θώρακα ο Κωλέτης που άκουσε την φράση την διαμόρφωσε και την έκανε: "είναι βλάκας με λοφίο" ή "βλάκας με περικεφαλαία". Τη φράση αυτή τη μεταχειριζόμαστε σε περίπτωση που βλέπουμε ανθρώπους πολύ καθυστερημένους στο μυαλό.

Έφαγα χυλόπιτα
Γύρω στα 1815 υπήρχε κάποιος κομπογιαννίτης, ο Παρθένης Νένιμος, ο οποίος ισχυριζόταν πως είχε βρει το φάρμακο για τους βαρύτατα ερωτευμένους. Επρόκειτο για ένα παρασκεύασμα από σιταρένιο χυλό ψημένο στο φούρνο. Όσοι λοιπόν αγαπούσαν χωρίς ανταπόκριση, θα έλυναν το πρόβλημά τους τρώγοντας αυτή τη θαυματουργή πίτα - και μάλιστα επί τρεις ημέρες, κάθε πρωί, τελείως νηστικοί.

Κάτι τρέχει στα γύφτικα
Είναι γνωστό ότι οι τσιγγάνοι ταξιδεύουν συνέχεια από τόπο σε τόπο. Γύρω στα 1830, ένα μεγάλο καραβάνι που κατέβηκε από τη Θράκη, πήγε κι έστησε τσαντίρια στη μέση του Θεσσαλικού κάμπου. Όλη τη μέρα οι τσιγγάνοι γύριζαν και το βράδυ επέστρεφαν στον καταυλισμό τους και γλεντούσαν. Πάνω στο γλέντι, πολλές φορές γίνονταν καβγάδες με φωνές, πιστολιές, τρεχάματα, βογκητά. Στην αρχή, οι χωρικοί της περιφέρειας τρόμαζαν κι έβγαιναν από τα σπίτια τους, για να δουν τι συμβαίνει. Σιγά σιγά όμως, άρχισαν να συνηθίζουν και δεν τους έκανε πια εντύπωση όλος εκείνος ο "σαματάς". Έτσι, όταν καμιά φορά τις νύχτες, μετά το τσιγγάνικο γλέντι άκουγαν ξεφωνητά, έλεγαν απλώς: "Κάτι τρέχει στα γύφτικα".
Πηγή : Από το βιβλίο του Τάκη Νατσούλη "Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις"
 
Να μένει το βύσσινο!
Η λαϊκή αυτή έκφραση που γεννήθηκε κάπου μεταξύ 1900 και 1905 και σήμερα δηλώνει άρνηση (εναλλακτικά «να (μού) λείπει το βύσσινο» ή «να μου λείπει»), προέρχεται από ένα περιστατικό που συνέβη σ’ ένα καφενείο μεταξύ ενός βουλευτή κι ενός ψηφοφόρου του.
Ο ψηφοφόρος παρήγγειλε στον σερβιτόρο του καφενείου που συναντήθηκαν ένα γλυκό βύσσινο, για να κεράσει τον βουλευτή κι έτσι να πετύχει το -τί άλλο;- το ρουσφετάκι του. Ο βουλευτής, όμως, σκληρό καρύδι, δε φαινότανε διατεθειμένος να τον βοηθήσει. Αγανακτισμένος τότε ο ψηφοφόρος, που έβλεπε πως δε θα γινότανε τίποτα, φώναξε δυνατά στον σερβιτόρο: «Να μένει το βύσσινο!».
Πηγή : arkoleon.blogspot.com
 
Σιγά Τον Πολυέλαιο
Τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821 και αφού ένα τμήμα τής Ελλάδος έγινε ανεξάρτητο κράτος, άρχισε και η λειτουργία τής Βουλής. Στην οροφή της κρεμόταν ένας αρκετά βαρύς πολυέλαιος, αλλά όχι ιδιαίτερης αξίας. Οι οπλαρχηγοί, οι οποίοι συνήθιζαν να έρχονται στην αίθουσα των συνεδριάσεων αρματωμένοι, όταν «άναβαν τα αίματα», άρχιζαν να ρίχνουν κουμπουριές προς το ταβάνι, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να πέσει ο πολυέλαιος και να τραυματισθούν οι παρευρισκόμενοι. Οι ψυχραιμότεροι λοιπόν, φώναζαν «Προσέξτε τον πολυέλαιο», οι άλλοι απαντούσαν «Σιγά τον πολυέλαιο!» και έτσι, η έκφραση έμεινε.

Του έβαλε τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι
Ανάμεσα στους διασκεδαστές των ανακτόρων του Βυζαντίου, υπήρχαν και νάνοι οι "τζουτζέδες". Οι αυτοκράτορες, τους είχαν παραχωρήσει παρά πολλά προνομία, ήταν εκλεκτοί τους. Τους είχαν ακόμα και σαν συμβούλους αλλά και για κατασκόπους. Όταν όμως παρεκτρέπονταν, τους έβαζαν τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι και τους άφηναν να κυκλοφορούν έτσι. Η σκληρή αυτή τιμωρία, μπορεί να κρατούσε και 6 μήνες.

Χαιρέτα μου τον Πλάτανο
Όπως όλοι γνωρίζουμε όλα τα χωριά παλιά είχαν έναν πλάτανο στην κεντρική πλατεία τους. Όταν λοιπόν συναντιόντουσαν δύο συγχωριανοί στην ξενιτιά την ώρα που χαιρετιόντουσαν έλεγαν ο ένας στον άλλο "χαιρέτα μου τον πλάτανο" εννοώντας δηλαδή "δώσε χαιρετίσματα στο χωριό όταν γυρίσεις". Επειδή όπως τις περισσότερες φορές δεν γυρνούσε κανένας πίσω, η φράση κατέληξε να σημαίνει ότι "... δεν θα γίνει τίποτα".

Ψώνισε από σβέρκο
Η συγκεκριμένη έκφραση σημαίνει ότι κάποιος έκανε τη χειρότερη δυνατή επιλογή. Η φράση έχει τις ρίζες της στην εποχή όπου η γεωργία στηρίζονταν στην χρήση των ζώων. Το δέρμα στο σβέρκο των ζώων, λόγω της συνεχούς τριβής με το αλέτρι, γινόταν ιδιαίτερα σκληρό και δύσκολο στην κατεργασία, δεν ήταν λοιπόν καλή επιλογή για οτιδήποτε άλλο παρά μόνο για την κατασκευή υποδημάτων.
 
Αναδημοσίευση από: tisimainei.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

NEXT PAGE